Η φαρμακευτική εταιρεία Merck ανακοίνωσε προσφάτως τα προκαταρκτικά αποτελέσματα κλινικής δοκιμής ενός αντιϊκού φαρμάκου: του molnupiravir.

Το φάρμακο, που φέρει την κωδική ονομασία «EIDD-2801/MK-4482», είναι από του στόματος, βιοδιαθέσιμο, ριβονουκλεοσιδικό ανάλογο, που αναστέλλει την αντιγραφή πολλών RNA ιών, συμπεριλαμβανομένου του νέου κορονοϊού.

Έχει αποδειχθεί ότι είναι δραστικό σε διάφορα μοντέλα του ιού SARS-CoV-2, καθώς και στους ιούς SARS-CoV-1 και MERS.

Οι καθηγητές της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Ευστάθιος Καστρίτης και Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα κύρια ευρήματα αυτής της μελέτης. Τα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν αφορούν μια τυχαιοποιημένη, διπλά-τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο (placebo) πολυκεντρική μελέτη φάσης 2α που έγινε στις ΗΠΑ.   Στην κλινική μελέτη συμμετείχαν 202 μη νοσηλευόμενοι ενήλικες που είχαν COVID-19, εντός 7 ημερών από την εκδήλωση των συμπτωμάτων, και που  είχαν επιβεβαιωμένη λοίμωξη  με τον SARS-CoV-2.

Στην ανακοίνωση παρουσιάστηκαν τα ευρήματα από το δευτερεύον καταληκτικό σημείο, που αφορά στην μείωση του χρόνου (σε ημέρες) έως την αρνητικοποίηση της απομόνωσης του μολυσματικού ιού σε ρινοφαρυγγικά επιχρίσματα, όπως καθορίζεται από την απομόνωση του ιού στην καλλιέργεια. Δηλαδή, ο ιός δεν μπορούσε να απομονωθεί σε αρκετή ποσότητα ώστε να καλλιεργηθεί.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, την πέμπτη μέρα από την έναρξη της θεραπείας, παρατηρήθηκε σημαντική μείωση της πιθανότητα θετικής καλλιέργεια του ιού:  κανένα άτομο (0/47) από αυτούς που έλαβαν molnupiravir (σε όλες τις δόσεις που χορηγήθηκαν) δεν εμφάνισε θετική καλλιέργεια, έναντι 24% (6/25) μεταξύ των ατόμων που έλαβαν εικονικό φάρμακο.

Όσον αφορά την ασφάλεια, δεν έχουν εντοπιστεί ιδιαίτερα προβλήματα τοξικότητας στους 202 συμμετέχοντες στην μελέτη.