Στα νεογνά συνήθως η λοίμωξη μεταδίδεται μέσω σταγονιδίων ενδοοικογενειακά ενώ η ενδομήτρια μετάδοση είναι εξαιρετικά σπάνια. Η έκβαση της λοίμωξης COVID-19 στη νεογνική ηλικία είναι γενικά καλή όμως τα νεογνά είναι πιο ευάλωτα σε σύγκριση με τα μεγαλύτερα βρέφη και παιδιά και γι’ αυτό χρήζουν στενής παρακολούθησης. Τα παραπάνω αποτελούν τη σύνοψη των πρόσφατων δεδομένων από την Καθηγήτρια Βάνα Παπαευαγγέλου και την  Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Δέσποινα Μπριάνα της Γ’ Παιδιατρικής Κλινικής του ΕΚΠΑ. Όπως αναφέρουν, Στα νεογνά συνήθως η λοίμωξη μεταδίδεται όπως και στον υπόλοιπο πληθυσμό δηλαδή μέσω σταγονιδίων από άτομα του περιβάλλοντος που έχουν μολυνθεί. Συνηθέστερα πρόκειται για ενδοοικογενειακή διασπορά και πιο συχνά από τη μητέρα, αφού αυτή είναι πιο κοντά στο νεογνό και το φροντίζει. Σπανιότερα έχει αναφερθεί μετάδοση τόσο από το περιβάλλον του μαιευτηρίου όσο και άλλα μέλη της οικογένειας (πατέρας, αδέλφια, παππούδες, γιαγιάδες) που μπορεί να μεταδώσουν τη λοίμωξη στο ευάλωτο νεογνό. Η νόσος COVID-19 στα νεογνά ποικίλλει σημαντικά, από ασυμπτωματική φορεία έως κρίσιμη νόσο.

Σύμφωνα με τα βιβλιογραφικά δεδομένα τα νεογνά πιο συχνά σε σύγκριση με τα βρέφη ηλικίας μεγαλύτερης του ενός μηνός εμφανίζουν σοβαρή λοίμωξη (12% έναντι 2%) ενώ έως και σε 20% των νεογνών μπορεί να είναι εντελώς ασυμπτωματικά. Μεταξύ συμπτωματικών νεογνών, η πιο συχνή κλινική εκδήλωση είναι η αναπνευστική δυσχέρεια (40%), ενώ περιγράφονται ακόμα πυρετός (32%) και δυσχέρεια στη σίτιση/γαστρεντερικά συμπτώματα (24%). Ευτυχώς η θνητότητα των νεογνών είναι εξαιρετικά χαμηλή. Στην Ελλάδα μέχρι σήμερα έχουν μολυνθεί πολλά νεογνά μέσω ενδοοικογενειακής διασποράς της λοίμωξης. Τα παιδιά αυτά συνηθέστερα νοσηλεύονται λόγω της αγωνίας όλων για την έκβαση της λοίμωξης. Σπάνια έχουν χρειαστεί υποστήριξη με χορήγηση οξυγόνου και συμπτωματική αγωγή ενώ ελάχιστα είναι τα νεογνά στα οποία χρειάστηκε η χορήγηση ειδικής αντιϊκής αγωγής με ρεμντεσιβίρη.

Αναφορικά με την κάθετη μετάδοση από την έγκυο μητέρα στο έμβρυο τα μέχρι δεδομένα εκτιμούν ότι η μετάδοση είναι εξαιρετικά σπάνια. Πρόσφατα ο ΠΟΥ εκτίμησε ότι το ποσοστό των νεογνών που είναι SARS-CoV-2 θετικά στις 24 πρώτες ώρες ζωής είναι 1.9%. Δεν έχουν ακόμα διευκρινιστεί ποιοι είναι οι παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα ενδομήτριας μετάδοσης του ιού από τη μητέρα στο έμβρυο. Πρόσφατη μετα-ανάλυση των βιβλιογραφικών δεδομένων εκτίμησε ότι η κάθετη μετάδοση από τη μητέρα στο νεογνό δεν ξεπερνά το 3% των κυήσεων. Συνεπώς, οι έγκυες θα πρέπει να προσέχουν, κυρίως για την δική τους υγεία, αλλά να μην αγωνιούν.