Στις συμφωνίες επιμερισμού κινδύνου (Risk Sharing Agreements) και το πώς αυτές επηρεάζουν την πρόσβαση στην καινοτομία αναφέρθηκε ο Ηλίας Κοντούδης, Επικεφαλής του Market Access στη Bayer Hellas, μιλώντας στο συνέδριο ΗΤΑ. Όσον αφορά τον κίνδυνο ο οποίος μοιράζεται μεταξύ του πληρωτή και της φαρμακοβιομηχανίας, καθώς γίνεται ένας συμβιβασμός όπου ο πληρωτής παίρνει την πρώιμη πρόσβαση στις θεραπείες για τους ασθενείς του περιορίζοντας τη χρηματοοικονομική του έκθεση και η φαρμακοβιομηχανία πηγαίνει με μια πιο χαμηλή καθαρή τιμή αποζημίωσης.
Μια κατηγορία στην οποία ιδανικά θα πρέπει να οδηγηθούμε, ώστε να αποζημιώνονται οι νέες θεραπείες βάσει της αξίας τους, είναι τα performance based agreements, με τις δύο βασικές κατηγορίες τους, που είναι είτε βάσει της χρήσης στην πραγματική ζωή (Utilization in real life) είτε βάσει της αβεβαιότητας που υπάρχει και κατά πόσο αυτή διασφαλίζεται από real-world evidence (Evidence on decision uncertainty). Στην πραγματικότητα βλέπουμε ότι οι χρηματοοικονομικές συμφωνίες είναι πολύ περισσότερες από τα performance-based σχήματα.
Όπως απέδειξε μελέτη ανασκόπησης στις ευρωπαϊκές χώρες για τα έτη 2015-2016, το 74% των risk sharing agreements είναι χρηματοοικονομικές συμφωνίες, ενώ μόλις το 5% ήταν performance-based agreements. Οι λόγοι που έχουμε χρηματοοικονομικές κυρίως συμφωνίες έχουν σχέση με τον χρόνο που απαιτείται μέχρι να έχουν πρόσβαση οι ασθενείς στη θεραπεία, το κόστος, την πολυπλοκότητα που έχουν συνήθως οι performance-based agreements, και την μεγαλύτερη προβλεψιμότητα που έχουν οι χρηματοοικονομικές συμφωνίες. Αυτό θα μπορούσε να βελτιωθεί με το horizon scanning, με τον πρώιμο διάλογο σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, καθώς και με την ύπαρξη μητρώων ασθενών.
Στην Ελλάδα, όπως ανέφερε ο κ. Κοντούδης, υπάρχει η δυνατότητα πρώιμης πρόσβασης σε θεραπείες μέσω του Συστήματος Ηλεκτρονικής Προέγκρισης (ΣΗΠ), το οποίο όμως δεν ισχύει για ασθενείς που βρίσκονται εκτός νοσοκομείων, δημιουργώντας έτσι ανισότητες στην πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες. Επίσης, μια πρόταση θα ήταν η χρήση των υποχρεωτικών εκπτώσεων ως μέσο μείωσης της οικονομικής έκθεσης του πληρωτή. Για παράδειγμα, η θα μπορούσε να υπάρχει από τον χρόνο έγκρισης του φαρμάκου και για τα προϊόντα με budget impact μικρότερο των 3 εκατ. ευρώ υποχρεωτική αποζημίωση με βάση τις υποχρεωτικές εκπτώσεις, όπως το rebate, έτσι ώστε η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης να αφοσιωθεί στα φάρμακα με μεγαλύτερο budget impact. Τέλος, για να εξασφαλιστεί η έγκαιρη πρόσβαση των ασθενών τις θεραπείες, θα μπορούσε να θεσπιστεί μια αυτόματη αποζημίωση όταν παρέλθει το διάστημα των 6 μηνών που ορίζει ο νόμος.