Ο αυτισμός ως χρόνια νευροαναπτυξιακή διαταραχή, αφορά τουλάχιστον στο 1- 1,5% του πληθυσμού, διεθνώς και στην Ελλάδα. Τα άτομα με αναπηρία λόγω Διαταραχών Αυτιστικού Φάσματος (Δ.Α.Φ). δυσκολεύονται ή αδυνατούν να εκφράσουν την ύπαρξη τυχόν συμπτωμάτων της λοίμωξης από Covid19, με συνέπεια την καθυστέρηση της έγκαιρης ανίχνευσης, διάγνωσης και εφαρμογής των μέτρων ιχνηλάτησης των επαφών και απομόνωσης, ώστε να περιορισθεί η διασπορά. Η απομόνωσή τους, όντας είτε από την επαφή τους με  κρούσμα είτε έχοντας την ιδιότητα του κρούσματος τα ίδια, είναι δυσχερής και σε πολλές περιπτώσεις αδύνατη. Το αντίστοιχο ισχύει και για τη διενέργεια της διαγνωστικής διαδικασίας. Επίσης η συνοσηρότητα σε συνδυασμό με τον συχνά υψηλό δείκτη μάζας σώματος των ατόμων με αναπηρία λόγω ΔΑΦ αποτελούν έναν επιπλέον επιβαρυντικό παράγοντα για την υγεία τους. Αν και έχουν εμβολιαστεί τα άτομα με αναπηρία, που διαμένουν σε ιδρύματα κλειστής περίθαλψης και προχωρά ο εμβολιασμός όσων προσέρχονται στα Κέντρα Διημέρευσης και στα ΚΔΑΠμεΑ,  δυστυχώς μέχρι σήμερα τα άτομα με Δ.Α.Φ. δεν συγκαταλέγονται με σαφήνεια στις ευάλωτες ομάδες που έχουν προτεραιότητα για εμβολιασμό.

Παρότι δεν έχει επαρκώς τεκμηριωθεί η ευαλωτότητά τους ειδικά για τον Covid-19, από την άποψη αυξημένου κινδύνου για βαρειά νόσηση ή ανάγκης νοσηλείας ή διασωλήνωσης ή θανάτου, είναι γνωστό ότι τα άτομα με Δ.Α.Φ. έχουν προσδόκιμο επιβίωσης σημαντικά χαμηλότερο από το προσδόκιμο του πληθυσμού τυπικής ανάπτυξης. Το δεδομένο αυτό αποδίδεται κυρίως στη δυσκολία χρήσης και πρόσβασης στις κατάλληλες υπηρεσίες υγείας, όσον αφορά στην πρόληψη, έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία. Για το θέμα κατατέθηκε ερώτηση στη Βουλή.