Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Μικροβιολογίας στο Κέντρο Αναφοράς SARS-CoV2 της Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ, Γεωργία Γκιούλα, κατά τη διάρκεια της ομιλίας της με θέμα «Ο νέος κορονοϊός SARS-Cov2: Νεότερα επιδημιολογικά και εργαστηριακά δεδομένα»» στο 7ο Πανελλήνιο Συνέδριο Εφαρμοσμένης Φαρμακευτικής,

όταν οι πολίτες που ταξιδεύουν προέρχονται από χώρες με χαμηλό επιπολασμό της νοσηρότητας, πρέπει να είμαστε πολύ κριτικοί αναφορικά με την ερμηνεία του αποτελέσματος των rapid και των self tests και συνεπώς στην περίπτωση αυτή συστήνεται η χρήση της μοριακής μεθόδου PCR για πιο αξιόπιστα αποτελέσματα. «Πλέον επιτρέπεται η χρήση των rapid tests και στους ταξιδιώτες. Η συχνότητα με την οποία γίνονται έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από την ευαισθησία τους. Εάν ένα τεστ με ευαισθησία της τάξεως του 80% γίνει από ένα ποσοστό 70% του πληθυσμού, μία φορά τη εβδομάδα, μειώνει τον δείκτη μεταδοτικότητας RΤ από το 1,5 στο 1», εξήγησε η κ. Γκιούλα.

Παράλληλα, τόνισε ότι τα πλεονεκτήματα των γρήγορων τεστ, είτε των rapid είτε των self-tests είναι ότι δίνουν αποτέλεσμα σε σύντομο χρονικό διάστημα (15-20 λεπτά), έχουν χαμηλό κόστος και υψηλή ακρίβεια επί θετικών αποτελεσμάτων με χαμηλότερη ευαισθησία έναντι των μοριακών τεστ. Σύμφωνα με τον Π.Ο.Υ., ένα γρήγορο τεστ είναι αξιόπιστο όταν έχουμε μια ευαισθησία πάνω από 80% και μια ειδικότητα άνω του 97%, ενώ το ECDC θέτει πιο αυστηρές προδιαγραφές με ευαισθησία πάνω από 90% και ειδικότητα πάνω από 97%.