Τα καινούρια διαγνωστικά τεστ για το νέο κορονοϊό βασίζονται στην ανάλυση των μακρόβιων ειδικών για τον SARS-CoV-2 Τ λεμφοκυττάρων μνήμης. Στόχος τους είναι να συμπληρώσουν τα ήδη καθιερωμένα τεστ αντισωμάτων, ώστε να προσδιορίζεται με μεγαλύτερη σαφήνεια αν ένα άτομο έχει στο παρελθόν εκτεθεί στον ιό. Οι Καθηγητές του ΕΚΠΑ Ουρανία Τσιτσιλώνη, Ευάγγελος Τέρπος, Ευστάθιος Καστρίτης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) αναλύουν τη σημασία αυτού του νέου τεστ. Τον Απρίλιο 2021, ο FDA ενέκρινε με τη διαδικασία έκτακτης ανάγκης το τεστ T-Detect COVID-19 της εταιρείας Adaptive Biotechnologies που αφορά στον εργαστηριακό εντοπισμό των ειδικών Τ λεμφοκυττάρων που αναγνωρίζουν αντιγόνα του SARS-CoV-2 με τη μέθοδο της αλληλούχησης επόμενης γενιάς (NGS). Το ιδιαίτερο και πολύ ενδιαφέρον χαρακτηριστικό αυτού του τεστ είναι ότι προσδιορίζει την ανάπτυξη ανοσίας από τα Τ λεμφοκύτταρα, κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος που παρέχουν μακροχρόνια προστασία από επαναλοίμωξη.
Ως επιβεβαίωση αυτού και σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από το John Hopkins των ΗΠΑ, σε άτομα που ανέρρωσαν από COVID-19 δείχθηκε ότι τα ενεργοποιημένα έναντι του SARS-CoV-2 Τ λεμφοκύτταρα μπορούν να δράσουν και κατά των νέων μεταλλαγμένων στελεχών του ιού, των Β1.1.7 (Βρετανίας), Β.351 (Νότιας Αφρικής) και Β.1.1.248 (Βραζιλίας). Προφανώς αυτή η σημαντική πληροφορία ενισχύει ακόμα περισσότερο τη σημασία της χρήση των εμβολίων που αναπτύχθηκαν με βάση το αρχικό στέλεχος της πανδημίας, αφού η προκαλούμενη ανοσία από τα Τ λεμφοκύτταρα μετά τον εμβολιασμό στοχεύει και τις παραλλαγές του ιού που δυστυχώς εξαπλώνονται ευρέως και ταχύτατα.