Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Νόσου Alzheimer, διοργανώθηκε χθες συνέντευξη τύπου από την Υφυπουργό Υγείας Ζωή Ράπτη, την Πρόεδρο του Εθνικού Παρατηρητηρίου για την Άνοια – Νόσο Alzheimer, Νευρολόγο – Ψυχίατρο Δόκτορα Παρασκευή Σακκά και τον Καθηγητή Ψυχιατρικής στην Α’ Ψυχιατρική Κλινική – Υπεύθυνο Μονάδας Ψυχογηριατρικής στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο ΕΚΠΑ Αντώνη Πολίτη. Όπως ανέφερε η υφυπουργός, η έγκαιρη διάγνωση είναι πολύ σημαντική για την αποτελεσματικότερη διαχείριση της νόσου από τον ίδιο τον ασθενή και την οικογένειά του. Ωστόσο, η πανδημία COVID-19 επιδείνωσε συνολικά την νοητική κατάσταση και τα συμπεριφορικά και ψυχολογικά συμπτώματα των ατόμων με άνοια και αύξησε, συγχρόνως, το ψυχολογικό και το καθημερινό φορτίο των φροντιστών τους. Το lockdown, ως απαραίτητο μέτρο προστασίας από την πανδημία, οδήγησε τους ασθενείς σε κοινωνική απομόνωση, ενώ ο περιορισμός κοινωνικών επαφών, δραστηριοτήτων και μετακίνησης τους προκάλεσαν αυξημένο αίσθημα ανησυχίας, φόβου και κατάθλιψης.

Το Υπουργείο Υγείας, με απόφαση του Πρωθυπουργού, έθεσε σε προτεραιότητα τις δράσεις για την βελτίωση της ψυχικής ανθεκτικότητας του πληθυσμού απέναντι στις επιπτώσεις της πανδημίας, δημιουργώντας χαρτοφυλάκιο για την Ψυχική Υγεία με έμφαση στην άνοια – Altzheimers και τις επιπτώσεις της στη ψυχική υγεία. Η κ. Σακκά ανέφερε ότι σήμερα παγκοσμίως υπάρχουν 50 εκατομμύρια άνθρωποι που ζουν με άνοια, αριθμός που θα αυξηθεί δραματικά στο μέλλον λόγω της αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης τόσο στις αναπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Στη χώρα μας 160.000 άτομα πάσχουν από άνοια και 280.000 άτομα από Ήπια Νοητική Διαταραχή (προστάδιο της άνοιας). Το ετήσιο δε κόστος της πάθησης αυτής στην Ελλάδα εκτιμάται σε 3 δισεκατομμύρια ευρώ.

Η πρόληψη της νόσου Alzheimer είναι σε σημαντικό βαθμό εφικτή και οι μελέτες τα τελευταία χρόνια αποδεικνύουν ότι η επίπτωση της άνοιας μειώνεται ως αποτέλεσμα της αλλαγής του τρόπου ζωής και του ελέγχου των καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου. Τέλος, ο Καθηγητής Αντώνης Πολίτης ανέφερε ότι κατάθλιψη και άνοια αποτελούν «συγκοινωνούντα δοχεία» που χρήζουν μίας ενιαίας ολιστικής προσέγγισης στον θεραπευτικό σχεδιασμό και στον σχεδιασμό των υπηρεσιών. Οι θεραπείες για την ΝΑ είναι μόνο συμπτωματικές και περιλαμβάνουν φάρμακα που προσωρινά μπορεί να βελτιώσουν τα συμπτώματα της άνοιας (οι αναστολείς της ακετυλχολινεστεράσης και η μεμαντίνη που βοηθούν την επικοινωνία ανάμεσα στους νευρώνες, οι νευρώνες χωρίς επικοινωνία πεθαίνουν λόγω των διαφορετικών παθολογικών διαδρομών της ΝΑ) και φάρμακα που εστιάζουν στις ψυχικές διαταραχές της άνοιας όπως η καταθλιψη, η απάθεια, το άγχος κλπ.