Βρετανική έρευνα επιβεβαιώνει την ανάγκη χορήγησης της τρίτης «αναμνηστικής» δόσης του εμβολίου κατά του κορονοϊού, καθώς όπως διαπιστώθηκε, το ποσοστό ανοσίας εξασθενεί σχεδόν τρεις μήνες μετά τη χορήγηση της δεύτερης δόσης. Οι ερευνητές του πανεπιστημίου Ιμπίριαλ στο Λονδίνο, αναλύοντας τυχαίο δείγμα 100.000 του πληθυσμού και διαπίστωσαν ότι τα ποσοστά μόλυνσης από κορονοϊό σε άτομα μη εμβολιασμένα ήταν ως και τρεις ή και τέσσερις φορές υψηλότερα συγκριτικά με εκείνα που είχαν λάβει και τις δύο δόσεις του εμβολίου.

Παρόλο που ο πλήρης εμβολιασμός μείωσε σε αρκετά σημαντικό βαθμό το ποσοστό μόλυνσης από την COVID-19, από 1,76% έπεσε στο 0,35% και πολλές ακόμα ερευνητικές μελέτες τονίζουν τον περιορισμένο κίνδυνο θανάτου μετά την απόκτηση ανοσίας, το ποσοστό μολύνσεων εκτοξεύθηκε σε 0,55% τρεις έως και έξι μήνες μετά την πραγματοποίηση της δεύτερης δόσης. «Υπάρχει επομένως ανάγκη για χορήγηση αναμνηστικής δόσης», τόνισε ο επικεφαλής της μελέτης React και καθηγητής επιδημιολογίας και δημόσιας υγείας του πανεπιστημίου Ιμπίριαλ, Πολ Έλιοτ. «Η αναμνηστική δόση αποτελεί κίνητρο για τους ανθρώπους από τη στιγμή που βρίσκεται στη διάθεσή τους», συμπλήρωσε ο στατιστικός επιδημιολόγος της μελέτης Κριστλ Ντόνελι.

Τα αποτελέσματα της έρευνας βασίστηκαν στον υψηλότατο αριθμό κρουσμάτων 42.776 που κατέγραψε το Ηνωμένο Βασίλειο, τις τελευταίες εβδομάδες.
Η προκαταρκτική μελέτη «React» έδειξε ότι τα παιδιά ηλικίας 5 έως 17 ετών είχαν τα υψηλότερα ποσοστά μόλυνσης (2,5%) για το μήνα Σεπτέμβριο και έπειτα ακολουθούν οι ενήλικες ηλικίας 35-44 ετών, που ήταν πιθανότερο να έχουν παιδιά αυτής της ηλικίας.