Οι αλλαγές στο τοπίο της θεραπευτικής αντιμετώπισης των καρκίνων του ανώτερου πεπτικού συστήματος, καθώς και η συμβολή των καινοτόμων ανοσο-ογκολογικών θεραπειών στη βελτίωση της πρόγνωσης για τους ασθενείς με προχωρημένη ή μεταστατική νόσο, αποτέλεσαν τη βασική θεματολογία της χθεσινής Συνέντευξης Τύπου που διοργάνωσε η βιοφαρμακευτική εταιρεία Bristol Myers Squibb.
Μιλώντας για τους καρκίνους του οισοφάγου και του στομάχου, ο Παθολόγος-Ογκολόγος Ιωάννης Μπουκοβίνας, ανέφερε ότι στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή υπάρχουν 2800 διαγνωσμένοι ασθενείς με καρκίνο του στομάχου και άλλοι 280 με καρκίνο του οισοφάγου εκ των οποίων οι 80 όταν διαγνώστηκαν είχαν ήδη μεταστάσεις στους γειτονικούς λεμφαδένες. Αναφερόμενος στο πλαίσιο της διαδικασίας διάγνωσης και σταδιοποίησης της νόσου ο κ Μπουκοβίνας ανέδειξε την απόλυτη ανάγκη της διεπιστημονικής προσέγγισης στην αντιμετώπιση ασθενών με ανεγχείρητο ή μεταστατικό καρκίνο του οισοφάγου, περιγράφοντας έναν πρώτο κύκλο ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων (ακτινολόγος, γαστρεντερολόγος, παθολογοανατόμος, χειρουργός κ.ά. ), ενώ ένας δεύτερος κύκλος ειδικών, που περιλαμβάνει από κλινικούς γενετιστές και φυσιοθεραπευτές έως κοινωνικούς λειτουργούς και νοσηλευτές, συνεπικουρεί τους πρώτους σε αυτή την άκρως απαιτητική διαδικασία.
Από την πλευρά του ο Μιχάλης Καραμούζης, Παθολόγος-Ογκολόγος και Αναπληρωτής Καθηγητής στο Εργαστήριο Βιολογικής Χημείας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, προχώρησε σε μια συνοπτική παρουσίαση των θεραπευτικών επιλογών όσον αφορά στους συγκεκριμένους τύπους καρκίνου βάσει της ιστολογικής τους ταξινόμησης, τονίζοντας την ανάγκη εξατομικευμένης θεραπευτικής αντιμετώπισης του κάθε ασθενούς λόγω των πολλαπλών υπότυπων του γαστρο-οισοφαγικού καρκίνουκαι τη σημασία των ογκολογικών συμβουλίων για την εκάστοτε απόφαση.
Ο Ιωάννης Σουγκλάκος, Παθολόγος-Ογκολόγος και Αν. Καθηγητής Παθολογικής Ογκολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, παρέθεσε στοιχεία που καταδεικνύουν τη στατιστικά και κλινικά σημαντική βελτίωση στην ελεύθερη νόσου επιβίωση στην περίπτωση εγχειρήσιμων καρκίνων του ανώτερου πεπτικού με τη χρήση ανοσοθεραπείας έπειτα από προεγχειρητική χημειο-ακτινοθεραπεία. Ένα επιπλέον σημαντικό εύρημα είναι η κλινικά σημαντική βελτίωση στη συνολική επιβίωση των ασθενών που εξασφαλίζει η συνδυαστική αγωγή ανοσοθεραπείας και χημειοθεραπείας έναντι της χημειοθεραπείας μόνο.
Οι ομιλητές τόνισαν επίσης τη σημασία της αποζημίωσης της εξέτασης βιοδεικτών που υποδεικνύουν ποιοι ασθενείς είναι κατάλληλοι για ανοσοθεραπεία, καθώς και τη σωστή επιλογή του διαγνωστικού εργαστηρίου όπου θα πραγματοποιηθεί η εξέταση. Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το πόσο είναι εφικτή η διεπιστημονική συνεργασία στην ελληνική πραγματικότητα, ο κ Μπουκοβίνας ανέφερε ότι γίνονται προσπάθειες που τον τελευταίο καιρό λόγω της ψηφιακής τεχνολογίας διευκολύνονται, ενώ ο κ Σουγκλάκος ανέφερε το παράδειγμα της Δανίας όπου λειτουργούν Κέντρα Αναφοράς για τις εν λόγω νόσους όπου και υπάρχουν όλες οι ειδικότητες.
Σημείωσε επίσης ότι και στην Ελλάδα γίνονται ογκολογικά συμβούλια που έχουν θεσμοθετηθεί και από την Πολιτεία, ια τους συνηθέστερους καρκίνους, αλλά για τους σπανιότερους καρκίνους υπάρχει πρόβλημα λόγω έλλειψης εξειδικευμένων γιατρών. Ωστόσο, όπως ανέφερε, συμβουλεύει τους ογκολογικούς ασθενείς να ρωτάνε τον θεράποντα ιατρό τους όταν τους προτείνει θεραπεία ποια είναι η γνώμη του ογκολογικού συμβουλίου.