Στην ξεχωριστή ενότητα για την προμήθεια ιατροτεχνολογικών προϊόντων με βάση το value–based healthcare μοντέλο που συντόνισε ο Πρόεδρος του ΣΕΙΒ και Διευθύνων Σύμβουλος της Medtronic Δημήτριος Νίκας το πάνελ διαλόγου συζήτησε την ετοιμότητα της χώρας να εφαρμόσει value–base procurement στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ) Άρη Αποστόλου, σίγουρα είμαστε έτοιμοι ως χώρα γιατί θέλουμε να φύγουμε από τις διαδικασίες των μειοδοτικών διαγωνισμών και να πάμε σε αυτές με τη συμφερότερη, η οποία μπορεί να είναι η αρχή για ένα value based σύστημα. Από εκεί και πέρα, από την πρώτη μέρα σίγουρα μπορούμε να αξιολογήσουμε και να βαθμολογήσουμε χαρακτηριστικά του προϊόντος, χωρίς να έχουμε κάτι άλλο ιδιαίτερο όπως για παράδειγμα, το αν έχει πολυκεντρικές μελέτες ή το αν η αντοχή του στον ασθενή είναι 10 χρόνια ή 5 χρόνια. Αυτά είναι αντικειμενικά κομμάτια που μπορούν να βαθμολογηθούν. Για να μπορέσουμε να λάβουμε υπόψη πιο επιστημονικά στοιχεία, αυτά θα πρέπει να αξιολογούνται πρώτα από έναν φορέα ΗΤΑ για τα ιατροτεχνολογικά, ο οποίος θα μας δίνει τις αλγοριθμικές συσχετίσεις.
Ο κ. Αποστόλου έφερε το παράδειγμα του προγράμματος Procure for Health της Ευρωπαϊκής Ένωσης με 15 κράτη μέλη που διοργανώνεται μέσω της ERA, στο οποίο συμμετέχει η ΕΚΑΠΥ και βασίζεται στις προμήθειες μέσω της κρίσης και προ κρίσης και πως έγινε αυτή η μεταβολή, τονίζοντας ότι έχει σημασία από τέτοια προγράμματα να βρίσκουμε βέλτιστες πρακτικές για τη συνέχεια. Τόνισε ότι τη σημασία σύναψης συνεργειών με άλλα κράτη μέλη για πιο κεντρικές τεχνικές προδιαγραφές που θα μας βγάζουν όλους από τη δύσκολη θέση να διαπραγματευόμαστε σε κάθε ομάδα ξεχωριστά τι είναι αποδεκτό και τι όχι. Η ευρωπαϊκή προοπτική σίγουρα θα βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Από την πλευρά του ο Γιώργος Δαφούλας, Ακαδημαϊκός Υπότροφος Ψηφιακής Διαγνωστικής και Θεραπευτικής στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας σημείωσε ότι σήμερα, υπάρχει ήδη διαθέσιμη μια πληθώρα καινοτόμων, τεχνολογιών κινητής υγείας (m-health.
Αναφερόμενος στην πρόσφατη σχετική μελέτη του ΣΕΒ ( https://www.sev.org.gr/ekdoseis/psifiaki-ygeia-2-0-me-epikentro-ton-anthropo/), τόνισε ότι τέτοιες λύσεις ψηφιακής διαγνωστικής και θεραπευτικής (dd’s και dtx), μπορούν να οδηγήσουν σε εξασφάλιση πόρων στα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας μέσω πρώιμης διάγνωσης, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής των ασθενών, μειώνοντας τις εισαγωγές στα νοσοκομεία και συντομεύοντας τη διάρκεια νοσηλείας, αποτελώντας σημαντικό μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, αρκετές Ευρωπαϊκες χώρες, όχι όμως και η Ελλάδα, έχουν προχωρήσει στον καθορισμό του πλαισίου και στα κριτήρια αξιολόγησης των καινοτόμων προϊόντων ψηφιακής διαγνωστικής και θεραπευτικής, για την αποζημίωση τους από τα Συστήματα Υγείας, καθώς και στον απαραίτητο οδικό χάρτη που καθοδηγεί τα Εθνικά Συστήματα Υγείας στην ενσωμάτωση, των τεχνολογιών κινητής υγείας, σε αυτά, όπως προκύπτει από το σχετικό πίνακα πρόσφατης μελέτης της Research2Guidance.
Η Μαρία Πανουσοπούλου, Προϊσταμένη Περιφερειακής Διεύθυνσης Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Νότιας Αθήνας τόνισε από την πλευρά της ότι η προμήθεια με βάση την αξία για ιατροτεχνολογικά προϊόντα (Ι/Π) γίνεται ολοένα και πιο σημαντική στην υγειονομική περίθαλψη, καθώς οι πάροχοι υπηρεσιών υγείας επιδιώκουν να βελτιώσουν τα αποτελέσματα των ασθενών, διαχειρίζοντας παράλληλα το κόστος αποτελεσματικά. H αξιολόγηση ενός Ι/Π με βάση την αξία περιλαμβάνει παράγοντες όπως η συντήρηση, η εκπαίδευση και η πιθανή εξοικονόμηση πόρων από τα βελτιωμένα αποτελέσματα των ασθενών και όχι μόνο το κόστος αποζημίωσης του προϊόντος. Δηλαδή, δεν εξετάζει μόνο το αρχικό κόστος του προϊόντος, αλλά και το μακροπρόθεσμο αντίκτυπό στα αποτελέσματα των ασθενών, την ποιότητα και το συνολικό κόστος της υγειονομικής περίθαλψης. Οι προμήθειες των Ι/Π με βάση την αξία και οι διαδικασίες διαπραγμάτευσης πρέπει να συμβαδίζουν. Όπως είπε χαρακτηριστικά «όταν το σύστημα υγείας εστιάζει στην αξία και όχι μόνο στην τιμή και διαπραγματεύεται, οι πολιτικές αποζημίωσης μπορούν να αποδώσουν πιο βιώσιμες και αποτελεσματικές αποφάσεις κατά την αποζημίωση της ραγδαίως εξελισσόμενης τεχνολογίας».
Στη συνέχεια ο Πάνος Μινογιάννης, Γενικός Διευθυντής του Ωνασείου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου αναφερόμενος σε κάποια τεχνολογία που εισήγαγε το κέντρο με επιμερισμό ρίσκου, είπε ότι η εμπειρία τους έδειξε ότι χρειάζονται δεδομένα και ανάλυση δεδομένων, funding και μηνιαία service fees ορισμένα από τον πάροχο υπηρεσιών υγείας, και εν τέλει μεγαλύτερους οργανισμούς με ευθύνη για το συνολικό status υγείας των ασθενών, με καθορισμένους δείκτες. «Αν θέλουμε να κινηθούμε προς ένα value–based μοντέλο χρειαζόμαστε μια σειρά από ψηφιακά εργαλεία στα οποία θα χρειαστεί να επενδύσουμε», τόνισε χαρακτηριστικά.
Αντίστοιχα, και ο Chris Pashos, Member, Board of Directors, Genesis Research, Member of the Board of Advisors, Otis Health τόνισε την ανάγκη να γίνει επένδυση στα δεδομένα. Όπως είπε, είναι η υγειονομική περίθαλψη με βάση τα δεδομένα που θα μας οδηγήσει εκεί που πρέπει να είμαστε. Και η ΕΕ έχει κάνει πολλές επενδύσεις πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ για τη συγκέντρωση δεδομένων από τον πραγματικό κόσμο για τη χρήση HTA, για κανονιστική χρήση. Θα ήταν υπέροχο αν μπορούσαμε να επωφεληθούμε από το Eden και το Darwin και από την προοπτική του ασθενούς, το H2O για τη βελτίωση της υποδομής των δεδομένων μας. Και δεν χρειάζεται να ξεκινήσουμε από το μηδέν.
Τέλος, ο Αναστάσιος Σαμουηλίδης, Government Affairs Officer της Ένωσης Ασθενών Ελλάδος, τόνισε ότι είναι αναγκαία η μέτρηση των αποτελεσμάτων στην υγεία των ασθενών για να μπορέσουμε να πάμε σε ένα value–based approach, το οποίο ουσιαστικά βασίζεται στο feedback των ίδιων των ασθενών και μέσα και από μια ολιστική προσέγγιση ώστε να υπολογίσουμε την αξία των τεχνολογιών υγείας. Δηλαδή όταν υπάρχει μια πάθηση δεν αρκεί μόνο το feedback του ενός γιατρού, αλλά και των άλλων γιατρών, άλλων ειδικοτήτων ή και παραϊατρικών ειδικοτήτων, οι οποίοι μπορεί να κουράρουν εν συνεχεία τον ίδιο τον ασθενή, αλλά έτσι θα μπορέσουμε να έχουμε ένα συνολικό outcome για να δούμε τι είναι αυτό το value.