Ένα σημαντικό ζήτημα που έχει επίπτωση σε συνολικά 6.500 ασθενείς ανέδειξε η πρόσφατη ημερίδα του Συλλόγου Καρκινοπαθών «ΚΕΦΙ» Αθηνών με θέμα «Κακοήθη Αιματολογικά Νοσήματα» που διοργανώθηκε στο Ινστιτούτο Παστέρ, παρουσία της Ελισσάβετ Γρουζή, Προέδρου του Ιδρύματος της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας, του Παναγιώτη Παναγιωτίδη, Καθηγητή Αιματολογίας ΕΚΠΑ, οι οποίοι συμπροέδρευσαν της Ημερίδας, αλλά και του Θεόδωρου Βασιλακόπουλου, Καθηγητή Αιματολογίας ΕΚΠΑ, και Διευθυντή Αιματολογικής Κλινικής Λαϊκού Νοσοκομείου Αθηνών.
Το ΚΕΦΙ έθεσε δημοσίως κατά τη διάρκεια της ημερίδας το ερώτημα εάν διαλύεται όντως η Μονάδα Μοριακής Διαγνωστικής του ΕΚΠΑ στο Λαϊκό Νοσοκομείο, όπως είχε πληροφορηθεί, μεταφέροντας την μεγάλη αγωνία των ασθενών, καθώς όπως είναι γνωστό, ορισμένες από τις πολύ εξειδικευμένες εξετάσεις που διενεργεί το εργαστήριο, δεν μπορούν να γίνουν μέχρι σήμερα σε άλλη δημόσια δομή. Συνεπώς οι 1.000 ασθενείς που αυτή τη στιγμή παρακολουθούνταν από το εργαστήριο θα αναγκαστούν να απευθυνθούν σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα πληρώνοντας υπέρογκα ποσά για τις ίδιες εξετάσεις, ενώ και χιλιάδες άλλοι αιματολογικοί ασθενείς, που συνολικά εκτιμώνται σε 6.500 άτομα.
Παρότι στη συζήτηση που ακολούθησε δόθηκαν διαβεβαιώσεις ότι η Μονάδα δεν επρόκειτο να διαλυθεί, λίγες ημέρες μετά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι με ανακοίνωσή τους επιβεβαιώνουν ότι ανακοινώθηκε «ανεπίσημα» ότι το εργαστήριο κλείνει λόγω συνταξιοδότησης του γιατρού – υπεύθυνου του τμήματος στις 31 Οκτωβρίου. Καταγγέλλουν ότι «οι επιλογές της διοίκησης του ΕΚΠΑ και του διευθυντή του τμήματος είχαν ως αποτέλεσμα ένα δημόσιο κέντρο αναφοράς να μένει με ελάχιστο προσωπικό για μήνες, με εναλλαγή προσωπικού ανά τακτά χρονικά διαστήματα εφόσον καμία μόνιμη θέση δεν υπάρχει. Επιπλέον, η πρυτανεία του ΕΚΠΑ δεν μερίμνησε εγκαίρως ώστε να βρεθεί ο/η επόμενος/η υπεύθυνος καθηγητής/τρια του εργαστηρίου σε περίπτωση συνταξιοδότησης του. Επομένως, έχουμε 2 δεδομένα που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στο κλείσιμο του κέντρου αναφοράς: μειωμένο και ανειδίκευτο επιστημονικό, τεχνολογικό και παρασκευαστικό προσωπικό με υπέρογκο όγκο δειγμάτων και αδράνεια από τη διεύθυνση να λάβει δραστικά μέτρα ώστε να μην μείνουν αδιάγνωστοι 6500 ασθενείς».
Επίσης αναφέρουν ότι στα σχεδόν 20 χρόνια που λειτουργεί το συγκεκριμένο κέντρο αναφοράς καμία θέση μόνιμου προσωπικού δεν έχει προκηρυχθεί. Δεν τέθηκε ποτέ σε προτεραιότητα η μόνιμη στελέχωση του κέντρου παρόλο που η μεθοδολογία που αναπτύχθηκε στα χρόνια λειτουργίας του αποτέλεσαν πρότυπο στη διάγνωση και παρακολούθηση αιματολογικών καρκίνων. Οι εργαζόμενοι ανανέωναν κατ’ εξακολούθηση ολιγόμηνες (τρίμηνες/εξάμηνες) συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
«Οι παραπάνω ενέργειες έρχονται να στερήσουν από κάθε ενδιαφερόμενο ασθενή ή/και θεράποντα την τεχνογνωσία που αναπτύχθηκε όλα αυτά τα χρόνια από τους επιστήμονες που έστησαν τις διαγνωστικές μεθόδους στο συγκεκριμένο εργαστήριο. Οι συγκεκριμένες τεχνικές εφαρμόζονταν σε αποκλειστικότητα στο συγκεκριμένο εργαστήριο. Στο τελευταίο συνέδριο της Αιματολογικής Εταιρείας, οι γιατροί της Αιματολογική Κλινικής του ΕΚΠΑ δήλωσαν την αγωνία τους για την τύχη του εργαστηρίου και την αδυναμία εκτέλεσης εξετάσεων, οι περισσότερες συνταγογραφούμενες», τονίζεται στην ανακοίνωση.