Μια διατροφή που περιλαμβάνει πολλή  ζάχαρη στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής ενός ανθρώπου συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη και υψηλής αρτηριακής πίεσης δεκαετίες αργότερα, σύμφωνα με μια ανάλυση στοιχείων από το δελτίο  χορήγησης ζάχαρης στη Μεγάλη Βρετανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Η ποσότητα ζάχαρης που κατανάλωνε ένα παιδί μετά την ηλικία των έξι μηνών φάνηκε να έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιας νόσου αργότερα στη ζωή. Αλλά και οι άνθρωποι που εκτέθηκαν σε περισσότερη ζάχαρη ενώ ήταν ακόμα έμβρυα λόγω των διατροφικών συνηθειών της μητέρας είχαν επίσης υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη και υψηλής αρτηριακής πίεσης σε σύγκριση με εκείνους που είχαν συλληφθεί όταν η πρόσβαση σε ζάχαρη ήταν περιορισμένη. Τα αποτελέσματα δεν σημαίνουν ότι οι έγκυες και οι γονείς μικρών παιδιών πρέπει να αφαιρέσουν τα πρόσθετα σάκχαρα από τη διατροφή τους ή το παιδί τους, τονίζουν οι ειδικοί. Αλλά υπάρχουν περιθώρια για μείωση των ποσοτήτων όπως επισημαίνουν. Π.χ. στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι έγκυες και οι θηλάζουσες καταναλώνουν συνήθως τρεις φορές παραπάνω της συνιστώμενης ποσότητας ζάχαρης. Η εν λόγω μελέτη στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι η πρώτη που συνδέει τη διατροφή των πρώτων χρόνων της ζωής με τον κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών αργότερα. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι η πείνα στη διάρκεια της εμβρυακής ζωής  μπορεί να διπλασιάσει τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη αργότερα .