Τα αποτελέσματα της διπλής, τυφλής, τυχαιοποιημένης μελέτης ACTIV-4B που διεχξήχθη στις ΗΠΑ, δείχνουν ότι δε φαίνεται να υπάρχει όφελος από τη χορήγηση ασπιρίνης ή απιξαμπάνης σε μη νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19. Σκοπός της μελέτης που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο περιοδικό JAMA ήταν να εξετάσει κατά πόσο η θεραπεία με αντιαιμοπεταλικά ή αντιπηκτικά φάρμακα μπορεί να ελαττώσει μείζονες επιπλοκές από το καρδιαγγειακό σύστημα και τους πνεύμονες σε συμπτωματικούς, κλινικά σταθερούς ασθενείς με νόσο COVID-19, οι οποίοι δε χρειάζονται νοσηλεία. Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής ΕΚΑΠ Ελένη Κορομπόκη και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) αναφέρουν ότι περιέλαβε 7,000 συμπτωματικούς ασθενείς με νόσο COVID-19, για τους οποίους δεν απαιτήθηκε νοσηλεία και των οποίων η κλινική κατάσταση κρίθηκε σταθερή.

Η μελέτη διεξήχθη σε 52 κέντρα στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής μεταξύ του Σεπτεμβρίου 2020 και Ιουνίου 2021. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν σε τέσσερις θεραπευτικές ομάδες (σε αναλογία 1:1:1:1): η πρώτη ομάδα (164 ασθενείς) έλαβε ασπιρίνη (81mg μια φορά ημερησίως), η δεύτερη ομάδα (165 ασθενείς) προφυλακτική δόση απιξαμπάνης (2.5mg δύο φορές ημερησίως), η τρίτη ομάδα (164 ασθενείς) θεραπευτική δόση απιξαμπάνης (5mg δύο φορές ημερησίως) και η τέταρτη ομάδα (164 ασθενείς) εικονικό φάρμακο (placebo). Οι ασθενείς έλαβαν τη χορηγούμενη θεραπεία για 45 ημέρες.

Στις 18 Ιουνίου 2021 η επιτροπή ελέγχου των δεδομένων και της ασφάλειας της μελέτης πρότεινε πρόωρο τερματισμό της λόγω του περιορισμένου αριθμού συμβαμάτων, ο οποίος ήταν χαμηλότερος από τον αναμενόμενο. Στο διάστημα αυτό είχαν τυχαιοποιηθεί στη μελέτη 657 συμπτωματικοί, κλινικά σταθεροί, μη νοσηλευόμενοι ασθενείς με COVID-19 με μέση ηλικία τα 54 έτη, 59% εκ των οποίων ήταν γυναίκες. Το διάμεσο διάστημα από τη διάγνωση έως την τυχαιοποίηση και από την τυχαιοποίηση έως την έναρξη θεραπείας ήταν 7 ημέρες και 3 ημέρες αντίστοιχα. Από το σύνολο των 657 ασθενών 22 (3.3%) είχαν χρειαστεί νοσηλεία λόγω της COVID-19 πριν από την ένταξή τους στη μελέτη.

Μεταξύ των 558 ασθενών που τυχαιοποιήθηκαν στη μελέτη η συχνότητα εμφάνισης του πρωτογενούς καταληκτικού σημείου δε διέφερε σημαντικά μεταξύ των τεσσάρων ομάδων και ήταν 0% στην ομάδα της ασπιρίνης, 0.7% στην ομάδα που έλαβε προφυλακτική δόση απιξαμπάνης, 1.4% στην ομάδα που έλαβε θεραπευτική δόση απιξαμπάνης και 0% στην ομάδα που έλαβε εικονικό φάρμακο. Η διαφορά στον κίνδυνο εμφάνισης αιμορραγικών επιπλοκών σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο ήταν 2%, 4.5% και 6.9% για την ασπιρίνη, την προφυλακτική δόση απιξαμπάνης και τη θεραπευτική δόση απιξαμπάνης, αντίστοιχα. Ωστόσο καμία από τις αιμορραγικές επιπλοκές δεν ήταν μείζονα.

Συμπερασματικά, μεταξύ συμπτωματικών ασθενών με COVID-19 οι οποίοι δε χρειάζονται νοσηλεία και βρίσκονται σε σταθερή κλινική κατάσταση η χορήγηση ασπιρίνης ή απιξαμπάνης δε μείωσε τον κίνδυνο εμφάνισης του αθροιστικού καταληκτικού σημείου σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο. Η μελέτη τερματίστηκε πρόωρα μετά από ένταξη του 9% του αρχικού στόχου λόγω χαμηλού αριθμού συμβαμάτων σε σχέση με τα αναμενόμενα.